Back to top

Συμβάσεις εργασίας σε Ξενοδοχεία και Επισιτιστικά Καταστήματα

Οι συμβάσεις εργασίας σε επιχειρήσεις τουριστικού χαρακτήρα που λειτουργούν εποχιακά – είτε πρόκειται για ξενοδοχεία είτε για επισιτιστικά καταστήματα – παρουσιάζουν ορισμένες σημαντικές ιδιαιτερότητες σε σχέση με τις κοινές συμβάσεις εργασίας.

1. Χαρακτήρας της σύμβασης εργασίας

Στα εποχικής λειτουργίας ξενοδοχεία, αλλά και στα επισιτιστικά καταστήματα που λειτουργούν μόνο κατά τη θερινή ή χειμερινή περίοδο, η σχέση εργασίας συνάπτεται με σύμβαση ορισμένου χρόνου, η οποία ταυτίζεται χρονικά με τη διάρκεια λειτουργίας της επιχείρησης.

Η επαναλαμβανόμενη σύναψη τέτοιων συμβάσεων δεν οδηγεί, κατ’ εξαίρεση, σε μετατροπή τους σε συμβάσεις αορίστου χρόνου, διότι υπάρχει αντικειμενικός λόγος που δικαιολογεί τις ανανεώσεις: ο περιορισμένος χρόνος λειτουργίας της επιχείρησης.

2. Υποχρέωση επαναπρόσληψης

Η νομοθεσία και οι συλλογικές συμβάσεις προβλέπουν την υποχρέωση των εργοδοτών να επαναπροσλαμβάνουν το προσωπικό που απασχολήθηκε την προηγούμενη περίοδο.

Στα ξενοδοχεία, η σχετική ρύθμιση κατοχυρώνεται από το άρθρο 8 του Ν. 1346/1983, αλλά και από τις ειδικές ΣΣΕ. Η τελευταία κλαδική ΣΣΕ των ξενοδοχοϋπαλλήλων (2025) επαναλαμβάνει και εξειδικεύει τη ρύθμιση αυτή.

Στα επισιτιστικά καταστήματα, η αντίστοιχη υποχρέωση θεμελιώνεται αποκλειστικά μέσα από τις οικείες ΣΣΕ. Η ΣΣΕ του 2023, η οποία κάλυψε και το 2024 με παράταση, προβλέπει ρητά την υποχρέωση των επιχειρήσεων να επαναπροσλάβουν το προσωπικό της προηγούμενης σεζόν.

3. Συνέπειες μη επαναπρόσληψης

Η έννομη συνέπεια διαφέρει σημαντικά ανάμεσα στους δύο κλάδους:

Στα ξενοδοχεία, ακόμη και αν η σχέση είναι τυπικά ορισμένου χρόνου, σε περίπτωση καταγγελίας εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι κανόνες των συμβάσεων αορίστου χρόνου. Ο μισθωτός δικαιούται αποζημίωση βάσει των διατάξεων περί καταγγελίας αορίστου χρόνου, υπολογιζόμενη με βάση τις αποδοχές της προηγούμενης περιόδου και τον συνολικό χρόνο απασχόλησης στο ίδιο ξενοδοχείο.

Στα επισιτιστικά καταστήματα, δεν υπάρχει αντίστοιχη ειδική ρύθμιση. Η νομολογία έχει κρίνει ότι σε περίπτωση αδικαιολόγητης μη επαναπρόσληψης, ο εργοδότης οφείλει στον εργαζόμενο αποζημίωση ίση με τις αποδοχές που αυτός θα ελάμβανε, ως μορφή αστικής ποινής.

4. Καταγγελία κατά τη διάρκεια της περιόδου

Η καταγγελία σύμβασης ορισμένου χρόνου επιτρέπεται μόνο για σπουδαίο λόγο. Αν ο λόγος αυτός δεν υφίσταται, ο εργοδότης θεωρείται υπερήμερος και οφείλει μισθούς μέχρι τη λήξη της σύμβασης.

5. Αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης

Οι διατάξεις της νομοθεσίας περί μειωμένης αποζημίωσης σε περίπτωση συνταξιοδότησης αφορούν συμβάσεις αορίστου χρόνου. Εφαρμόζονται επομένως μόνο κατ’ αναλογία στους εποχικούς εργαζομένους ξενοδοχείων, όπου η καταγγελία θεωρείται καταγγελία αορίστου χρόνου, και όχι στους εργαζομένους σε εποχικά επισιτιστικά καταστήματα. Στην πράξη, τέτοιες προβλέψεις έχουν ενταχθεί σε τοπικές ΣΣΕ, όπως στις ΣΣΕ Ηρακλείου και Λασιθίου, όχι όμως στη γενική ΣΣΕ των ξενοδοχοϋπαλλήλων.

Συμπέρασμα

Η διάκριση ανάμεσα σε εποχικά ξενοδοχεία και εποχικά επισιτιστικά καταστήματα είναι ουσιώδης:

Στα ξενοδοχεία, οι εργαζόμενοι απολαμβάνουν ισχυρότερη προστασία, αφού η καταγγελία εξομοιώνεται με εκείνη των συμβάσεων αορίστου χρόνου.

Στα επισιτιστικά καταστήματα, η προστασία είναι περιορισμένη, καθώς οι συνέπειες μη επαναπρόσληψης βασίζονται στη νομολογία και σε προβλέψεις ΣΣΕ.

Η ορθή κατανόηση των διαφορών αυτών είναι κρίσιμη τόσο για τους εργαζομένους όσο και για τους εργοδότες, προκειμένου να αποφευχθούν νομικές παρεξηγήσεις και διενέξεις.

ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΠΙΣΩ ΣΤΑ ΝΕΑ