Η καθιέρωση της ψηφιακής κάρτας εργασίας σηματοδότησε μια νέα εποχή στον τρόπο οργάνωσης της εργασίας, επιβάλλοντας την πραγματική καταγραφή του χρόνου απασχόλησης και ενισχύοντας τη διαφάνεια στις εργασιακές σχέσεις.
Σε αυτό το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο, η ανάγκη για ευελιξία και συμμόρφωση αναδεικνύεται με ιδιαίτερη ένταση, ιδίως σε κλάδους όπως η εστίαση, όπου οι ανάγκες προσωπικού μεταβάλλονται ανάλογα με την ημέρα, την ώρα, ακόμη και τις εξωτερικές συνθήκες.
Η σύμβαση ετοιμότητας (stand-by contract) αναδεικνύεται ως ένα αποτελεσματικό εργαλείο για εργοδότες και εργαζομένους, προσφέροντας νομιμότητα, προσαρμοστικότητα και εξορθολογισμό του εργασιακού κόστους.
Τι είναι η σύμβαση ετοιμότητας;
Πρόκειται για μια ιδιότυπη μορφή εξαρτημένης εργασίας, κατά την οποία ο εργαζόμενος δεν παρέχει εργασία σε συνεχή βάση, αλλά παραμένει διαθέσιμος προς εργοδότησή του εφόσον προκύψει σχετική ανάγκη.
Ανάλογα με το βαθμό περιορισμού της ελευθερίας του εργαζομένου, διακρίνονται δύο βασικές μορφές:
Γνήσια (ή ενεργή) ετοιμότητα: Ο εργαζόμενος παραμένει σε συγκεκριμένο χώρο που έχει οριστεί από τον εργοδότη (π.χ. εντός του καταστήματος ή πλησίον αυτού), σε πλήρη διαθεσιμότητα. Ο χρόνος αυτός λογίζεται ως κανονικός χρόνος εργασίας και αποζημιώνεται πλήρως, με όλες τις συνακόλουθες υποχρεώσεις (μισθός, προσαυξήσεις, ασφάλιση, χρόνος ανάπαυσης, άδεια κ.λπ.).
Απλή (ή παθητική) ετοιμότητα: Ο εργαζόμενος βρίσκεται εκτός του χώρου εργασίας (π.χ. στο σπίτι του), χωρίς υποχρέωση άμεσης παρουσίας, αλλά με συμφωνημένη υποχρέωση να ανταποκριθεί εφόσον κληθεί. Η αποζημίωση για τον χρόνο αυτό προσδιορίζεται συμβατικά και εξαρτάται από τον βαθμό της δέσμευσης και της διαθεσιμότητας.
Η εφαρμογή της στον χώρο της εστίασης
Ο κλάδος της εστίασης χαρακτηρίζεται από μεταβλητό ωράριο λειτουργίας, απρόβλεπτη ζήτηση και έντονες αυξομειώσεις στις ανάγκες για προσωπικό, ακόμα και εντός της ίδιας ημέρας. Η ανάγκη κάλυψης των περιόδων αιχμής καθιστά δύσκολη την τήρηση ενός σταθερού πλαισίου απασχόλησης.
Η σύμβαση ετοιμότητας μπορεί να εφαρμοστεί στρατηγικά, προσφέροντας:
Ευελιξία στην κάλυψη αναγκών που προκύπτουν αιφνιδίως (π.χ. αυξημένη πελατεία, έκτακτη απουσία προσωπικού),
Πλήρη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της ψηφιακής κάρτας εργασίας, αφού καταγράφονται τόσο ο χρόνος ενεργοποίησης όσο και η περίοδος διαθεσιμότητας,
Αποδοτικότερη διαχείριση του κόστους εργασίας, καθώς αποζημιώνεται ο πραγματικά απαιτούμενος χρόνος,
Οργάνωση του προσωπικού με εναλλασσόμενες βάρδιες, χωρίς να απαιτούνται πολλαπλές συμβάσεις ή συνεχείς τροποποιήσεις στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ.
Από την πλευρά των εργαζομένων, η ετοιμότητα μπορεί να λειτουργήσει ως συμπληρωματικό εισόδημα, διασφαλισμένο μέσω νόμιμης συμφωνίας, με προβλεπόμενη αποζημίωση, ασφαλιστική κάλυψη (όπου απαιτείται) και σαφή δικαιώματα.
Νομικές προϋποθέσεις
Παρότι δεν υπάρχει συγκεκριμένη διάταξη που να ορίζει ρητά τη σύμβαση ετοιμότητας στον εργατικό νόμο, η σχετική μορφή αναγνωρίζεται νομολογιακά και στηρίζεται σε αρχές του εργατικού δικαίου περί εξαρτημένης εργασίας και διαθεσιμότητας.
Για να θεωρηθεί έγκυρη και να μη δημιουργήσει μεταγενέστερες αξιώσεις, η σύμβαση πρέπει να:
Είναι έγγραφη και ειδικώς διατυπωμένη, με αναφορά στη φύση της σχέσης,
Καθορίζει με σαφήνεια:
- τον χρόνο διαθεσιμότητας,
- το χρονικό όριο ανταπόκρισης,
- τον τρόπο ειδοποίησης του εργαζομένου,
- το ύψος της αποζημίωσης και το καθεστώς ασφάλισης,
Προβλέπει διακριτό χρόνο ενεργοποίησης της εργασίας, ώστε να καταχωρείται και στην ψηφιακή κάρτα.
Η ασαφής ή καταχρηστική χρήση της σχέσης ετοιμότητας μπορεί να οδηγήσει σε μετατροπή της σε σύμβαση πλήρους απασχόλησης, με αντίστοιχες οικονομικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις για τον εργοδότη.
Η σύμβαση ετοιμότητας, εφόσον συνταχθεί ορθά και εφαρμόζεται με νομική ακρίβεια, αποτελεί εργαλείο ευελιξίας και συμμόρφωσης, ιδανικό για επιχειρήσεις του τομέα της εστίασης που καλούνται να λειτουργούν με αποδοτικότητα, χωρίς εκπτώσεις στη νομιμότητα.