Το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, το οποίο τιτλοφορείται " «Αναμόρφωση επαγγελματικής ασφάλισης, εξορθολογισμός ασφαλιστικής νομοθεσίας, συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, σύστημα διορισμού και προσλήψεων των εκπαιδευτικών της δημόσιας υπηρεσίας απασχόλησης και λοιπές διατάξεις»" έχει προκαλέσει σημαντική συζήτηση γύρω από τις προϋποθέσεις θεμελίωσης δικαιώματος μειωμένης σύνταξης για τους ασφαλισμένους πριν από την 1η Ιανουαρίου 1993. Οι αλλαγές αυτές επηρεάζουν τη διαδικασία συνταξιοδότησης, το χρονικό όριο για τα ένσημα και τους όρους χορήγησης πρόωρης σύνταξης.
Ειδικότερα σύμφωνα με το άρθρο 121 του νέου ασφαλιστικού νομοσχεδίου που τιτλοφορείται «Προϋποθέσεις ασφαλιστικού δεσμού μειωμένης σύνταξης για το έτος 2020» για τους ασφαλισμένους πριν από την 1η Ιανουαρίου 1993 που υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης συνταξιοδότησης για τη λήψη μειωμένης σύνταξης, σε περίπτωση που δεν συμπληρώνουν εκατό (100) ημέρες ασφάλισης εντός του έτους 2020 ή του έτους 2021, η αναζήτηση της πενταετίας του ασφαλιστικού δεσμού εκτείνεται για ένα (1) ή δύο (2) επιπλέον έτη αντίστοιχα..
Με αυτόν τον τρόπο αυξάνονται στα έξι ή και στα επτά από τα πέντε έτη το χρονικό όριο για τα 100 ένσημα ανά έτος που απαιτούνται ώστε κάποιος που ασφαλίστηκε πρώτη φορά μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1992 (για τους ασφαλισμένους μετά την 1η Ιανουαρίου 1993 ισχύει η ειδική διάταξη των 750 ημερών ασφάλισης τουλάχιστον την τελευταία πενταετία πριν από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης) να συνταξιοδοτηθεί πρόωρα με μειωμένη σύνταξη και με 4.500 ημέρες ασφάλισης (15 έτη) όταν πιάσει το ηλικιακό όριο των 60 (για όσους συμπλήρωσαν τις 4.500 ημέρες ασφάλισης μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2012) ή των 62 ετών.
Μέχρι να ψηφιστεί και να ισχύσει ο νέος νόμος αυτό που ισχύει είναι ότι για να συνταξιοδοτηθεί κάποιος με μειωμένη σύνταξη έχοντας τις ηλικιακές προϋποθέσεις πρέπει κάθε χρόνο να έχει 100 ένσημα (δηλαδή 500 στην πενταετία).
Οι όροι για χορήγηση πρόωρης σύνταξης
Η πραγματοποίηση 4.500 ημερών (15 έτη) ασφάλισης θεωρείται βασική προϋπόθεση χορήγησης σύνταξης. Προσοχή, για όσους θέλουν να εξαγοράσουν πλασματικούς χρόνους για να συμπληρώσουν απαιτούνται 3.600 ημέρες (δώδεκα έτη) πραγματικής ή προαιρετικής ασφάλισης. Συνεπώς, η συμπλήρωση του χρόνου κάτω των 3.600 ημερών γίνεται μόνο με αυτασφάλιση, που και γι’ αυτήν απαιτούνται επίσης 3.000 ημέρες ασφάλισης ή η υποβολή της αίτησης εντός έτους από τη διακοπή της εργασίας. Επίσης, η χρήση πλασματικών χρόνων για τη συμπλήρωση των 4.500 ημερών για τους (άντρες) περιορίζεται στη στρατιωτική θητεία, στους χρόνους ασθένειας και τακτικής ανεργίας.
Για τη συγκεκριμένη κατηγορία απαιτείται και ασφαλιστικός δεσμός. Δηλαδή τουλάχιστον 100 ημέρες ασφάλισης ανά έτος τα τελευταία πέντε έτη (57-61) που προηγούνται της αίτησης για σύνταξη. Ο χρόνος για τη συμπλήρωση των 100 ημερών δεν εξαγοράζεται, ισχύει μόνο ο χρόνος του ταμείου ανεργίας ή της προαιρετικής ασφάλισης (αυτασφάλιση). Το δικαίωμα αυτασφάλισης ασκείται μέχρι τρεις φορές, η αίτηση υποβάλλεται μέσα σε ένα χρόνο από τη διακοπή της εργασίας ή οποτεδήποτε όταν υπάρχουν 3.000 ημέρες στην ασφάλιση.
Όλοι αυτοί οι εργαζόμενοι επιλέγουν να εξέλθουν του εργασιακού τους βίου παρότι προβλέπεται μειωμένη σύνταξη που ανέρχεται σε 0,5% για κάθε μήνα που υπολείπεται του 67ου έτους (6% ανά έτος ή 30% για πέντε έτη) επί του ποσού εθνικής σύνταξης (σήμερα είναι 413,76 ευρώ και αναμένεται να αυξηθεί από 1 Ιανουαρίου 2024 κατά 3,1% και να ανέλθει στα 426,58 ευρώ).
Συνολικά, οι αλλαγές στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο ανοίγουν τον δρόμο για μια πιο ευέλικτη προσέγγιση στη συνταξιοδότηση, παρέχοντας περισσότερες επιλογές στους ασφαλισμένους.
Τέλος, προτείνεται σε όσους ενδιαφέρονται να εξετάσουν προσεκτικά τις νέες διατάξεις και να συμβουλευτούν με εξειδικευμένο επαγγελματία για να κατανοήσουν πλήρως τις επιπτώσεις στην κατάστασή τους.