Back to top

Διευθέτηση Χρόνου Εργασίας – Οι νέες ρυθμίσεις του άρθρου 8 του Ν. 5239/2025

Με το άρθρο 8 του Νόμου 5239/2025, το οποίο τροποποιεί το άρθρο 202 του Κώδικα Εργατικού Δικαίου, επανακαθορίζεται το πλαίσιο της διευθέτησης του χρόνου εργασίας.

Οι αλλαγές αυτές αφορούν τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να οργανώνεται ο χρόνος απασχόλησης μέσα σε μεγαλύτερη περίοδο αναφοράς, με περιόδους αυξημένης και μειωμένης εργασίας, χωρίς μεταβολή του συνολικού μέσου όρου των εβδομαδιαίων ωρών εργασίας.

Το νέο σύστημα περιγράφει αναλυτικά τις προϋποθέσεις, τα όρια και τις μορφές συμφωνίας που μπορούν να εφαρμοστούν στην πράξη.

Τι ίσχυε μέχρι σήμερα

Πριν τον Ν. 5239/2025, υπήρχαν δύο τρόποι με τους οποίους μπορούσε να εφαρμοστεί η διευθέτηση του χρόνου εργασίας:

1. Το εξάμηνο μέσα στο έτος

Ο εργαζόμενος μπορούσε να δουλεύει έως δύο ώρες παραπάνω την ημέρα για έξι μήνες (περίοδος αυξημένης απασχόλησης) και στη συνέχεια να έχει αντίστοιχη μείωση ωραρίου ή ρεπό για άλλους έξι μήνες (περίοδος μειωμένης απασχόλησης).

Έτσι, ο μέσος όρος εβδομαδιαίας εργασίας παρέμενε στις 40 ώρες.

2. Το σύστημα των 256 ωρών τον χρόνο

Επέτρεπε να προστεθούν επιπλέον ώρες εργασίας έως 256 ώρες ετησίως, κατανέμοντάς τες σε περιόδους αυξημένων αναγκών (έως 32 εβδομάδες) και μειωμένης απασχόλησης στο υπόλοιπο διάστημα.

Και στα δύο σχήματα, το ανώτατο ημερήσιο όριο ήταν 10 ώρες, ενώ η υπέρβαση αυτή δεν θεωρούνταν υπερωρία, εφόσον εντασσόταν στη διευθέτηση.

Οι συμφωνίες μπορούσαν να γίνονται συλλογικά (μέσω συνδικαλιστικού φορέα, συμβουλίου εργαζομένων ή ένωσης προσώπων) ή, αν αυτό δεν ήταν εφικτό, ατομικά ανάμεσα στον εργοδότη και τον εργαζόμενο.

Τι αλλάζει με το άρθρο 8 του Ν. 5239/2025

Καταργείται το παλαιό σύστημα που προέβλεπε δύο διαφορετικούς τρόπους διευθέτησης – την εξάμηνη περίοδο και το λεγόμενο «σύστημα των 256 ωρών».

Μέχρι σήμερα, οι επιχειρήσεις μπορούσαν να προσθέτουν μέχρι 256 ώρες εργασίας τον χρόνο σε περιόδους αυξημένης απασχόλησης (π.χ. γιορτές, τουριστική περίοδος) και να τις “αντισταθμίζουν” αργότερα με μείωση ωραρίου ή ρεπό. Αυτό πλέον δεν ισχύει.

Στη θέση του θεσπίζεται ένα ενιαίο και πιο απλό σύστημα, το οποίο μπορεί να εφαρμόζεται για διάστημα έως 12 μηνών (αντί του προηγούμενου 6μήνου).

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο εργαζόμενος μπορεί να εργάζεται παραπάνω ώρες όταν υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη και λιγότερες σε άλλες περιόδους, έτσι ώστε ο μέσος όρος των εβδομαδιαίων ωρών να παραμένει 40.

Η κάθε φάση, αυξημένη ή μειωμένη, πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον μία εβδομάδα, ενώ η ημερήσια απασχόληση δεν μπορεί να ξεπερνά τις 10 ώρες.

Δεν επιτρέπεται δηλαδή μια διευθέτηση «δύο ημερών παραπάνω δουλειάς και μίας ημέρας λιγότερης», η διευθέτηση θα ισχύει για το εβδομαδιαίο πρόγραμμα εργασίας.

Οι επιπλέον ώρες που πραγματοποιούνται στις περιόδους αυξημένης απασχόλησης δεν χάνονται ούτε θεωρούνται υπερωρίες, εφόσον εντάσσονται στο πλαίσιο της διευθέτησης.

Αντίθετα, αντισταθμίζονται σε μεταγενέστερη περίοδο με έναν από τους εξής τρόπους:

  • μειωμένο ωράριο εργασίας (λιγότερες ώρες την ημέρα σε επόμενους μήνες),
  • επιπλέον ημέρες ανάπαυσης (ρεπό),
  • ή πρόσθετες ημέρες ετήσιας άδειας με αποδοχές.

Ακόμη κι αν υπάρξουν περίοδοι όπου καταγράφονται περισσότερες ώρες ή υπερωρίες, ο μέσος όρος στο σύνολο του έτους δεν μπορεί να ξεπερνά τις 48 ώρες ανά εβδομάδα, όπως ορίζεται ρητά από τη νομοθεσία.

Η επιλογή του τρόπου γίνεται βάσει της συμφωνίας που έχει συναφθεί μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου — είτε συλλογικά είτε, όπου επιτρέπεται, ατομικά.

Πώς συμφωνείται – Τι ισχύει αν δεν υπάρχει συλλογική λύση

Η διευθέτηση τίθεται με:

  • επιχειρησιακή ή κλαδική σύμβαση, ή
  • συμφωνία με συνδικαλιστική οργάνωση, συμβούλιο εργαζομένων ή ένωση προσώπων (25% του προσωπικού, ή 15% αν η επιχείρηση έχει έως 20 άτομα).

Αν δεν υπάρχει ή δεν επιτευχθεί συλλογική συμφωνία, μπορεί να γίνει έγγραφη ατομική συμφωνία εργοδότη–εργαζομένου.

Σημαντικό: Η άρνηση του εργαζομένου να συναινέσει δεν αποτελεί λόγο απόλυσης.

Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επίσης σε:

α) εποχιακές επιχειρήσεις και

β) εργαζομένους με σύμβαση εργασίας διάρκειας μικρότερης του ενός (1) έτους.

Ειδικές περιπτώσεις και αποζημίωση

Αν η σύμβαση εργασίας λυθεί πριν εφαρμοστεί ή ολοκληρωθεί η διευθέτηση, ο εργαζόμενος αποζημιώνεται για τις επιπλέον ώρες που έχει εργαστεί.

Οι σχετικές συλλογικές ή ατομικές συμφωνίες κατατίθενται στην Επιθεώρηση Εργασίας, σύμφωνα με το άρθρο 398 του Κώδικα Εργατικού Δικαίου.

Συμπέρασμα

Το νέο πλαίσιο για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας επιτρέπει την ευέλικτη κατανομή των ωρών μέσα στο έτος, με ανώτατα όρια και συγκεκριμένους τρόπους αντιστάθμισης.

Η διαδικασία μπορεί να εφαρμοστεί μόνο μετά από έγγραφη συμφωνία, διασφαλίζοντας ότι ο εργαζόμενος συμμετέχει στη ρύθμιση με τη συναίνεσή του.

ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΠΙΣΩ ΣΤΑ ΝΕΑ