Ως μισθός ορίζεται κάθε παροχή που παρέχεται στους εργαζόμενους ως αντάλλαγμα για την εργασία τους. Αυτή περιλαμβάνει αμοιβές σε χρήμα και είδος (όπως τροφή, κατοικία, δαπάνες ρεύματος κλπ), που καταβάλλονται τακτικά και μόνιμα, είτε βάσει της εργασιακής σύμβασης ή της συλλογικής σύμβασης ή του νόμου, είτε βάσει της κρατούσας συνήθειας όταν δεν υπάρχει ειδική συμφωνία.
Στις αμοιβές περιλαμβάνονται ο βασικός μισθός ή το ημερομίσθιο, όλα τα επιδόματα και κάθε άλλη χρηματική παροχή ή παροχή σε είδος που παρέχει ο εργοδότης σε σταθερή και μόνιμη βάση.
Ανάμεσα στις αμοιβές συμπεριλαμβάνονται: τα επιδόματα αδείας, εορτών (π.χ. Πάσχα και Χριστούγεννα), πολυετίας, οικογενειακά, εργασίας υπό ανθυγιεινές συνθήκες, επικίνδυνης εργασίας, επιστημονικού περιεχομένου, παραγωγής, Κυριακής και νυκτερινής εργασίας, νόμιμης τακτικής υπερωριακής απασχόλησης, τροφής, κατοικίας, και κάθε άλλη παροχή, που καταβάλλονται τακτικά και νόμιμα.
Η άρνηση του εργοδότη να καταβάλει τον οφειλόμενο μισθό αλλά και η καθυστέρηση πληρωμής του αποτελεί ποινικό αδίκημα και έχει συνέπειες που καθορίζονται από τον ποινικό κώδικα.
Σε περίπτωση μη καταβολής ή καθυστέρησης του μισθού οι εργαζόμενοι έχουν τα εξής δικαιώματα:
- Να υποβάλλει μήνυση σε βάρος του εργοδότη, είτε με υποβολή της στο οικείο αστυνομικό τμήμα, είτε με προσφυγή στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας. Η μη καταβολή μισθού συνιστά ποινικό αδίκημα που τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι έξι μηνών και χρηματική ποινή της οποίας το ποσό δεν μπορεί να ορίζεται κάτω του 25%, ούτε πάνω του 50% του καθυστερούμενου χρηματικού ποσού.
- Να ασκήσει το δικαίωμα επίσχεσης της εργασίας.
- Να θεωρήσει την άρνηση ή την καθυστέρηση του μισθού ως βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας του και να καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας, διεκδικώντας, εκτός από τις οφειλόμενες δεδουλευμένες αποδοχές, και την αναλογούσα αποζημίωση απολύσεως.
- Να επιδιώξει δικαστικώς την είσπραξη του μισθού, με άσκηση αγωγής ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων, είτε με την αίτηση για έκδοση διαταγής πληρωμής.
Οι αξιώσεις των εργαζομένων για κάθε είδους διαφορές με τον εργοδότη που αφορούν τις αποδοχές τους (μισθούς, υπερωρίες, δώρα, επιδόματα κλπ) παραγράφονται μετά από 5 χρόνια.
Η παραγραφή αρχίζει μόλις λήξει το έτος εντός του οποίου γεννήθηκαν οι αξιώσεις.