Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας είναι μονομερής αναιτιώδης δικαιοπραξία και συνεπώς το κύρος αυτής δεν εξαρτάται από την ύπαρξη ή την ελαττωματικότητα της αιτίας για την οποία έγινε, αλλά αποτελεί δικαίωμα του εργοδότη και του εργαζομένου.
Η άσκηση όμως το δικαιώματος αυτού υπόκειται στον περιορισμό της μη προφανούς υπέρβασης των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος (άρθρο 281 Α.Κ.), η υπέρβαση δε των ορίων αυτών, εφόσον είναι προφανής, καθιστά άκυρη την καταγγελία.
Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας από τον εργοδότη είναι άκυρη ως καταχρηστική όταν υπαγορεύεται από ταπεινά ελατήρια που δεν εξυπηρετούν τον σκοπό του δικαιώματος, όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις που η καταγγελία οφείλεται σε εμπάθεια, μίσος ή σε λόγους εκδίκησης συνεπεία νόμιμης αλλά μη αρεστής στον εργοδότη συμπεριφοράς του εργαζομένου.
Ο εργαζόμενος που απολύθηκε μπορεί με αγωγή του, ασκούμενη μέσα σε προθεσμία τριών μηνών, να ζητήσει την αναγνώριση της ακυρότητας της καταγγελίας ως καταχρηστικής και να αξιώσει τα δικαιώματά του.
Στην αγωγή ο εργαζόμενος πρέπει να επικαλεσθεί τα πραγματικά περιστατικά που καταδεικνύουν ότι η καταγγελία είναι καταχρηστική.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η απόφαση του Αρείου Πάγου με αριθμό 1520/2021, όπου εργαζόμενη απολύθηκε λίγες ημέρες μετά την προφορική καταγγελία της προς τον εργοδότη για δύο περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης που δέχθηκε κατά τη διάρκεια της εργασίας της από τον αδελφό της διευθύντριας της επιχείρησης, ο οποίος, καίτοι δεν εργαζόταν στην επιχείρηση, είχε εντούτοις χάρη στην αδελφή του τη δυνατότητα να εισέρχεται στον χώρο εργασίας της επιχείρησης και να επισκέπτεται το τμήμα συσκευασίας για να παρακολουθεί τη διαδικασία παραγωγής.
Η εν λόγω απόλυση κρίθηκε ότι ήταν καταχρηστική, οφειλόμενη στη διαμαρτυρία της εργαζόμενης σχετικά με τη σεξουαλική παρενόχληση, καθώς, αμέσως μετά τη διαμαρτυρία, η διευθύντριά αδελφή του δράστη της παρενόχλησης πρότεινε στον νόμιμο εκπρόσωπο της εργοδότριας εταιρείας, με τον οποίο διατηρούσε φιλικές σχέσεις, την απόλυση της εργαζόμενης.
Ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι η εκ μέρους της εργαζομένης καταγγελία των σε βάρος της άσεμνων πράξεων του αδελφού της διευθύντριας είναι ουσιώδης και μπορεί να δημιουργήσει από μόνη της εμπάθεια και διάθεση εκδίκησης στην αδελφή του καταγγελλομένου.
Επιπροσθέτως διευκρινίζεται ότι η αδελφή του καταγγελλομένου, η οποία πρότεινε την απόλυση της ενάγουσας, κατείχε υπεύθυνη θέση στην επιχείρηση της εργοδότριας εταιρείας και διατηρούσε φιλική σχέση με τον νόμιμο εκπρόσωπο αυτής, συνθήκες που επηρέασαν τη βούληση του τελευταίου ώστε αυτός να δεχθεί την πρότασή της και να απολύσει το θύμα της παρενόχλησης.